Δευτέρα 2 Μαΐου 2011

Ο νέος υγειονομικός χάρτης της Θεσσαλονίκης

Συγχωνεύσεις διοικήσεων και διοικητικών υπηρεσιών αλλά και κλινικών, ακόμη και κατάργηση κάποιων εκ των μικρών νοσοκομείων είναι μερικά από τα σενάρια τα οποία εξετάζει η ηγεσία του υπουργείου Υγείας σχετικά με τα νοσηλευτικά ιδρύματα της Θεσσαλονίκης.

Η συζήτηση για την αναδιάρθρωση των υπηρεσιών υγείας στην πόλη πρόκειται να ανοίξει μέσα στην εβδομάδα με την άφιξη στη Θεσσαλονίκη του υπουργού Ανδρέα Λοβέρδου αλλά και στελεχών της επιστημονικής ομάδας που έχει συσταθεί εδώ και καιρό και μελετά τα σενάρια συγχωνεύσεων στο συγκεκριμένο χώρο. Το ακριβές πρόγραμμα της επίσκεψης του κ. Λοβέρδου πρόκειται να οριστικοποιηθεί σήμερα. Ωστόσο σύμφωνα με χθεσινές πληροφορίες ο υπουργός αναμένεται να επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη στις 5 και 6 Μαΐου συνοδευόμενος από υψηλόβαθμους υπηρεσιακούς παράγοντες, καθώς και μέλη της λεγόμενης επιτροπής σοφών.

Τα κριτήρια
Κύριος σκοπός της επίσκεψης είναι να παρουσιαστούν προς όλους τους εμπλεκόμενους στο χώρο της υγείας αλλά και προς τους πολίτες τα κριτήρια με βάση τα οποία θα γίνουν οι συγχωνεύσεις των διαφόρων νοσηλευτικών μονάδων. Θα παρουσιαστούν επίσης στοιχεία αναφορικά με τη λειτουργία του κάθε νοσοκομείου, από την αξιολόγηση των οποίων θα προκύψουν και οι τελικές αποφάσεις για τις επικείμενες αλλαγές. Την παρουσίαση θα κάνουν ο Λυκούργος Λιαρόπουλος, καθηγητής οικονομικών της υγείας και συντονιστής της επιστημονικής ομάδας για τις συγχωνεύσεις και ο επίσης καθηγητής οικονομικών της υγείας Ιωάννης Κυριόπουλος. Κατά την παραμονή του στη Θεσσαλονίκη ο κ. Λοβέρδος θα επισκεφθεί νοσοκομεία, θα έχει συνεργασία με τους διοικητές της 3ης και 4ης Υγειονομικής Περιφέρειας, θα συζητήσει με εκπροσώπους του ιατρικού και νοσηλευτικού κλάδου, ενώ θα εγκαινιάσει και το Κέντρο Υγείας Νέας Καλλικράτειας στη Χαλκιδική.
Η επιστημονική ομάδα για τις συγχωνεύσεις ήδη έχει κάνει τις επεξεργασίες με βάση τα ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία του κάθε νοσοκομείου της Θεσσαλονίκης. Ειδικότερα έχουν αξιολογηθεί οι λειτουργικές δαπάνες, η μέση πληρότητα της κάθε κλινικής αλλά και του κάθε νοσοκομείου γενικότερα, η αναλογία γιατρών και νοσηλευτών ανά κλίνη, ο μέσος χρόνος νοσηλείας κ.ο.κ. Με βάση αυτά τα στοιχεία έχουν καθοριστεί τρία κριτήρια αξιολόγησης, τα οποία αφορούν την αποδοτικότητα, την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα του κάθε νοσηλευτικού ιδρύματος. Αξιολόγηση θα γίνει όμως και στο εσωτερικό κάθε νοσοκομείου και ειδικότερα στις κλινικές του, καθώς συχνά συναντάται το φαινόμενο ένα νοσοκομείο να διαθέτει έως και τρεις ή και τέσσερις παρόμοιες κλινικές.

Η εικόνα των νοσοκομείων
Από τα στοιχεία τα οποία έχει επεξεργαστεί το υπουργείο και αφορούν τα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης προκύπτει ότι τα περισσότερα είναι πολύ κάτω από τα διεθνώς αποδεκτά στάνταρ αποτελεσματικής λειτουργίας. Ειδικότερα, όπως σημειώνει υψηλόβαθμος υπηρεσιακός παράγοντας, «το μόνο νοσοκομείο το οποίο είναι ευρωπαϊκών προδιαγραφών είναι το ‘Παπαγεωργίου’. Όλα τα υπόλοιπα, άλλο λιγότερο και άλλο περισσότερο, είτε υπολειτουργούν είτε λειτουργούν με κάκιστο τρόπο».
Το «Παπαγεωργίου» διαθέτει 717 κλίνες και η μέση πληρότητά του ανέρχεται σε 86,24%, με μέσο όρο νοσηλείας ανά ασθενή τις 3,2 μέρες. Στον αντίποδα βρίσκονται τα πολύ μικρά νοσοκομεία, όπως για παράδειγμα το Αφροδίσιων και Δερματικών Νόσων με μέση πληρότητα μόλις 25,5%, το Λοιμωδών με 29,58%, το «Γ. Γεννηματάς» με 44,63%, ο «Αγ. Δημήτριος» με 59,5% και ο «Αγ. Παύλος» με πληρότητα που μετά βίας ξεπερνά το 50% κ.ο.κ.
Όσον αφορά τα μεγαλύτερα νοσοκομεία, όπως το «Ιπποκράτειο», το «ΑΧΕΠΑ», το «Παπανικολάου» και το «Θεαγένειο», οι πληρότητες είναι μεγαλύτερες -κυμαίνονται μεταξύ 60% και 70%- ωστόσο τα ποσοστά αυτά θεωρούνται προβληματικά, καθώς με βάση τα διεθνή στάνταρ η ιδανική πληρότητα ενός νοσηλευτικού ιδρύματος κυμαίνεται μεταξύ 87% και 90%.
Μεγαλύτερο νοσοκομείο με βάση τον αριθμό των κλινών είναι το «Ιπποκράτειο» με 981 και ακολουθούν: «Παπανικολάου» με 732, «Παπαγεωργίου» με 717, «ΑΧΕΠΑ» με 663, «Θεαγένειο» με 359, «Γ. Γεννηματάς» με 332, «Αγ. Παύλος» με 201, «Αγ. Δημήτριος» με 150, Λοιμωδών με 93 και Αφροδίσιων με 33.

Υπερπληθώρα κλινικών
Από τις μεγαλύτερες παθογένειες που εμφανίζουν τα νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης, όπως άλλωστε και αυτά της Αττικής, είναι η λειτουργία ομοειδών κλινικών μέσα στο ίδιο νοσηλευτικό ίδρυμα. Για παράδειγμα στο «Παπανικολάου» λειτουργούν τέσσερις χειρουργικές, εκ των οποίων οι δύο έχουν πληρότητα κάτω του 40%, τρεις πνευμονολογικές με πληρότητα κάτω του 50% και από δύο παθολογικές, καρδιολογικές. Στο «Ιπποκράτειο» λειτουργούν τέσσερις(!) παθολογικές, από τρεις χειρουργικές, μαιευτικές κλινικές και αναισθησιολογικά τμήματα, από δύο νεογνολογικά και ακτινολογικά τμήματα. Παρόμοια εικόνα υπάρχει και στο «ΑΧΕΠΑ» με δύο παθολογικές, καρδιολογικές, χειρουργικές, νευρολογικές κλινικές, τρία χειρουργικά τμήματα λειτουργούν στο «Θεαγένειο», δύο παθολογικά στον «Άγιο Δημήτριο», τρία χειρουργικά και δύο παθολογικά στο «Παπαγεωργίου». Σύμφωνα με έμπειρο στέλεχος του χώρου της υγείας «η πολυδιάσπαση των κλινικών έγινε, για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα κάποιων λίγων γιατρών», ενώ υψηλόβαθμος υπηρεσιακός παράγοντας του υπουργείου τονίζει ότι «στις προθέσεις του υπουργείου είναι να συρρικνωθεί ο αριθμός των κλινικών, καθώς η πολυδιάσπαση έχει ως συνέπεια να εμφανίζονται τεχνητές ελλείψεις σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό». Ενδεικτικό των προθέσεων του υπουργείου είναι ότι μόνον στην Αττική σχεδιάζεται η συρρίκνωση του αριθμού των κλινικών από 450 που είναι σήμερα σε περίπου 350. Κάτι ανάλογο θα επιχειρηθεί προφανώς και στη Θεσσαλονίκη, όπου λειτουργούν περίπου 200 τμήματα και κλινικές.
Ανάλογη συρρίκνωση θα επιχειρηθεί και για τα διάφορα εργαστήρια. Στόχος είναι η λειτουργία το πολύ ενός εργαστηρίου ανά νοσοκομείο, αν και υπάρχουν σκέψεις ακόμη και για περαιτέρω μείωση.

Τα σενάρια των συγχωνεύσεων
Στις σκέψεις της κυβέρνησης υπάρχουν δύο, τρία διαφορετικά σενάρια ως προς το εύρος των αλλαγών στον υγειονομικό χάρτη της Θεσσαλονίκης. Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν, αφού ολοκληρωθεί η διαβούλευση με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, η οποία θα αρχίσει αμέσως μετά την παρουσίαση των προτάσεων του υπουργείου. Σύμφωνα με πληροφορίες στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας υπάρχουν οι ακόλουθες σκέψεις:
1. Δραστική συγχώνευση διοικήσεων και διοικητικών υπηρεσιών των νοσοκομείων. Στο πλαίσιο αυτό θα θεσπιστούν τρεις με τέσσερις κύκλοι νοσοκομείων. Κάθε κύκλος θα έχει κοινή διοίκηση, έναν διοικητή και πιθανότατα δύο υποδιοικητές, κοινές κεντρικές υπηρεσίες, μηχανοργάνωση, σχεδιασμό, προμήθειες κ.ά.
2. Συγχώνευση κλινικών. Στόχος είναι να μην υπάρχει νοσοκομείο το οποίο να διαθέτει περισσότερες της μιας παρόμοιες κλινικές (δηλαδή από μία παθολογική, χειρουργική, καρδιολογική κ.λπ.), ενώ υπάρχουν και σκέψεις για λειτουργία μόνον μιας κλινικής ανά κύκλο νοσοκομείων. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι στα νοσηλευτικά ιδρύματα της πόλης λειτουργούν σήμερα περί τις δεκαπέντε παθολογικές κλινικές.
3. Συγχώνευση νοσοκομείων. Εάν υιοθετηθεί αυτό το σενάριο, θεωρείται πιθανή η συγχώνευση του «ΑΧΕΠΑ» με το γειτονικό «Γ. Γεννηματάς», όπως και του «Αγ. Παύλου» με το «Παναγία» στη Νέα Κρήνη.
4. Κατάργηση νοσοκομείων. Εάν υιοθετηθεί το σενάριο της κατάργησης νοσηλευτικών μονάδων, το πιθανότερο είναι να κλείσουν το Λοιμωδών με 33 κλίνες και μέση πληρότητα 25,5% και το Δερματολογικών Παθήσεων με 93 κλίνες και μέση πληρότητα 29,58%. Οι συνολικά τρεις κλινικές των δύο νοσοκομείων θα μεταφερθούν σε άλλα μεγαλύτερα νοσηλευτικά ιδρύματα.
5. Στο υπουργείο έχει συζητηθεί και η ενδεχόμενη μεταφορά των κλινικών του «Αγ. Δημητρίου» σε άλλα νοσοκομεία και η μετατροπή του σε κέντρο αποκατάστασης ασθενών, καθώς η Θεσσαλονίκη δεν διαθέτει ούτε ένα ανάλογο δημόσιο κέντρο αποθεραπείας.
Συγχωνεύσεις ενδέχεται να γίνουν και στις Υγειονομικές Περιφέρειες, οι οποίες είναι δύο (3η και 4η) σήμερα με έδρα τη Θεσσαλονίκη και εποπτεία στη Μακεδονία και στη Θράκη.
Τέλος όσον αφορά τα εκτός Θεσσαλονίκης νοσοκομεία, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου φαίνεται να κατέληξε στην απόφαση να μην κλείσει κανένα νοσοκομείο, ούτε ακόμη και τα πολύ μικρής πληρότητας, αλλά να προχωρήσει σε συγχωνεύσεις κλινικών και ασφαλώς διοικήσεων.

Μεγάλη πληγή η εκροή ασθενών
Μία από τις σημαντικότερες παθογένειες του συστήματος υγείας είναι οι λεγόμενες εκροές ασθενών, δηλαδή η διακομιδή τους από περιφερειακά νοσοκομεία σε νοσηλευτικά ιδρύματα μεγαλύτερων γειτονικών πόλεων. Το φαινόμενο αυτό προκαλεί σωρεία παρενεργειών, όπως η υπολειτουργία των περιφερειακών νοσοκομείων, η συμφόρηση των μεγάλων νοσηλευτικών ιδρυμάτων, η αύξηση του λειτουργικού κόστους, ενώ ορισμένες φορές τίθεται σε κίνδυνο ακόμη και η ζωή των ασθενών.
Ενδεικτικό της κατάστασης που υπάρχει είναι το γεγονός ότι με βάση τα στοιχεία για το 2009, τα οποία ελάχιστα διαφοροποιήθηκαν, και το 2010 από τους 54 νομούς της χώρας οι 47 είχαν αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά τις εκροές ασθενών προς άλλα γειτονικά νοσοκομεία.
Σύμφωνα με τα διεθνώς αποδεκτά στάνταρ μία εκροή ασθενών χαρακτηρίζεται ως φυσιολογική, όταν είναι κάτω του 10%, και ανεκτή, όταν είναι έως και 15%. Διερευνητέες θεωρούνται οι περιπτώσεις εκροής από 16% ως 25% και άνω αυτού του ποσοστού χαρακτηρίζονται μη αποδεκτές και εξαιρετικά επιζήμιες.

Πόλος έλξης τα πανεπιστημιακά
Ειδικότερα εισροή ασθενών από άλλες πόλεις καταγράφεται μόνον για τα νοσοκομεία Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Πάτρας, Λάρισας, Ηρακλείου και Αλεξανδρούπολης. Το μεγαλύτερο ποσοστό εισροής ασθενών για το 2009 κατέγραψε το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων με 66,3% και ακολουθεί η Θεσσαλονίκη στα νοσοκομεία της οποίας το 42,6% των ασθενών προήλθε από άλλους νομούς. Έπονται η Πάτρα με 34,8%, η Αθήνα με 33,2%, η Λάρισα με 20,8%, το Ηράκλειο με 20,3% και η Αλεξανδρούπολη με 19,7%. Σύμφωνα με τα στελέχη του υπουργείου σημαντική αιτία για την προσέλκυση ασθενών σε αυτές τις πόλεις και κυρίως σε Γιάννινα, Πάτρα, Λάρισα, Ηράκλειο και Αλεξανδρούπολη αποτέλεσε η λειτουργία των πανεπιστημιακών νοσοκομείων. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Ηρακλείου, του οποίου το πανεπιστημιακό νοσοκομείο δέχεται ασθενείς και από τους τρεις άλλους νομούς της Κρήτης. Το ίδιο συμβαίνει με τα Γιάννινα, όπου το εκεί πανεπιστημιακό νοσηλευτικό ίδρυμα εξυπηρετεί ολόκληρη την Ήπειρο αλλά και τμήματα της Δυτικής Ελλάδας και Δυτικής Μακεδονίας. Το ίδιο, σε μικρότερο βαθμό, ισχύει και για το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Αλεξανδρούπολης, το οποίο δέχεται το ένα τρίτο των ασθενών της Ροδόπης και σημαντικό αριθμό ασθενών από Ξάνθη, Καβάλα, ακόμη και Δράμα.

Η Κεντρική Μακεδονία
Σχεδόν ένας στους δύο ασθενείς που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία της Θεσσαλονίκης προέρχεται από γειτονικούς νομούς. Οι μεγαλύτερες εισροές καταγράφονται από τη Χαλκιδική (45,5% των ασθενών) και ακολουθούν η Πιερία (37,7%), οι Σέρρες (35,5%), το Κιλκίς (28,3%), στο οποίο λειτουργούν δύο νοσοκομεία (Κιλκίς, Γουμένισσα), η Ημαθία (27,8%) με επίσης δύο νοσοκομεία (Βέροια, Νάουσα), η Πέλλα (23%) με νοσοκομεία σε Έδεσσα και Γιαννιτσά. Μεγάλες εκροές ασθενών καταγράφονται και στους ακριτικούς νομούς Φλώρινας (37%) και Καστοριάς (34%), με τους περισσότερους να διακομίζονται στη Θεσσαλονίκη.
Μεγάλες εκροές παρατηρούνται και σε νομούς πέριξ της Αθήνας, όπως το υπόλοιπο Αττικής και ο Πειραιάς (73,3%, που είναι το υψηλότερο πανελλαδικά), η Εύβοια (47,8%), η Βοιωτία (45,9%), η Φωκίδα (45,5%) κ.ο.κ. Πολύ υψηλά ποσοστά διακομιδής ασθενών σε άλλους νομούς καταγράφονται επίσης στις Κυκλάδες (67,9%), στην Πρέβεζα (51,7%), στην Άρτα (44%), στην Ηλεία (42,4%), στην Κόρινθο (37,8%) κ.ο.κ..

ΠΗΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου